ὑφιστάσαι

ὑφιστάσαι
ὑφιστά̱σᾱͅ , ὑφίστημι
place
pres part act fem dat sg (doric aeolic)
ὑφιστά̱σᾱͅ , ὑφιστάω
pres part act fem dat sg (doric)
ὑφιστά̱σαῑ , ὑφιστάω
aor opt act 3rd sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ὑφίστασαι — ὑφίστημι place pres ind mp 2nd sg ὑφίστᾱσαι , ὑφιστάω aor imperat mid 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σωκράτης — I Ένας από τους μεγαλύτερους φιλόσοφους της αρχαίας Ελλάδας (Αθήνα 470 ή 469 399 π.Χ.). Γιος ενός γλύπτη και μιας μαίας, ο Σ. πρέπει να είχε κάποια οικονομική άνεση, όπως αποδείχνει το γεγονός ότι πέρασε όλη του τη ζωή αδιαφορώντας για τα… …   Dictionary of Greek

  • παράδοξο — Διεθνής φιλοσοφικός όρος, προερχόμενος από τα ελληνικά, ο οποίος κατά γράμμα σημαίνει «παρά την δόξαν», δηλαδή παρά τη γενική γνώμη. Αυτό το π. μπορεί να έχει διπλή αξία, αρνητική όταν φαίνεται να αντιθέτεται σε γνώμες αληθινές και ισχυρότερες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”